Αλάθητος στα ουκρανικά

Μετάφραση: αλάθητος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
бездоганний, безпомилковий, надійний, надійне, найнадійніший, надійніший, надійна
Αλάθητος στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αλάθητος

αλάθητος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αλάθητος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • ακύρωση στα ουκρανικά - розірвання, скасування, анулювання, ануляція, викреслювання
  • αλάβαστρο στα ουκρανικά - алебастр
  • αλάνθαστος στα ουκρανικά - заплутаний, нерозв'язний, безвихідний, безпомилковий, складний, непогрішний, непогрішимий
  • αλάτι στα ουκρανικά - сіль, сіль | соль |, сіль | соль, соль
Τυχαίες λέξεις
Αλάθητος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: бездоганний, безпомилковий, надійний, надійне, найнадійніший, надійніший, надійна