Αλάθητος στα σουηδικά
Μετάφραση: αλάθητος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
idiotsäker, idiotsäkert, foolproof, idiotsäkra
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αλάθητος
αλάθητος λεξικό γλώσσας σουηδικά, αλάθητος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ακύρωση στα σουηδικά - avskaffande, annullering, avbokning, avboknings, inställda, uppsägning
- αλάβαστρο στα σουηδικά - alabaster, alabaster-, alabasterflaska, alabastervita
- αλάνθαστος στα σουηδικά - ofelbar, ofelbara, ofelbart, är ofelbar, osviklig
- αλάτι στα σουηδικά - salta, salt, saltet
Τυχαίες λέξεις
Αλάθητος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: idiotsäker, idiotsäkert, foolproof, idiotsäkra
Μεταφράσεις: idiotsäker, idiotsäkert, foolproof, idiotsäkra