Шум στα ελληνικά
Μετάφραση: шум, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κωπηλατώ, λεονταρισμός, σειρά, πηνίο, κουλούρα, καβγάς, αφρίζω, θόρυβος, θορύβου, θόρυβο, του θορύβου, το θόρυβο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- громада στα ελληνικά - κοινόβιο, κοινότητα, Κοινότητας, κοινοτικό, της Κοινότητας, κοινωνία
- заповідальний στα ελληνικά - διαθήκη, διαθήκης, σύνταξης διαθήκης, εκ διαθήκης, βουλήσεως
- звеличання στα ελληνικά - μεταρσίωση, zvelychannya
- мародерство στα ελληνικά - λεηλασίες, λεηλασία, λεηλασίας, λεηλασιών, τη λεηλασία
Τυχαίες λέξεις
Шум στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κωπηλατώ, λεονταρισμός, σειρά, πηνίο, κουλούρα, καβγάς, αφρίζω, θόρυβος, θορύβου, θόρυβο, του θορύβου, το θόρυβο
Μεταφράσεις: κωπηλατώ, λεονταρισμός, σειρά, πηνίο, κουλούρα, καβγάς, αφρίζω, θόρυβος, θορύβου, θόρυβο, του θορύβου, το θόρυβο