Διασκορπίζομαι στα ουκρανικά

Μετάφραση: διασκορπίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
розкидайте, розсипаючись, посипаючи, розігнати, розкид, діапазон
Διασκορπίζομαι στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διασκορπίζομαι

διασκορπίζομαι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, διασκορπίζομαι στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • διασκευάζω στα ουκρανικά - застосовуватися, приганяти, адаптувати, модифікує
  • διασκευή στα ουκρανικά - впровадження, упровадження, пристосування, перегляд, перегляду
  • διασκορπίζω στα ουκρανικά - розсіяний, розкидайте, посипаючи, розсіяти, розповсюджувати, розсипаючи, розсипаючись, ...
  • διασπαθίζω στα ουκρανικά - марнуйте, марнувати, змарнувати, розтратив, витратив, розтринькав
Τυχαίες λέξεις
Διασκορπίζομαι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: розкидайте, розсипаючись, посипаючи, розігнати, розкид, діапазон