Διπλώνω στα ουκρανικά
Μετάφραση: διπλώνω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
кошара, складати, обнімати, створ, загін, пакунка, скласти
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διπλώνω
διπλώνω english, απλώνω ρούχα, διπλώνω χαρτοπετσέτες, πως διπλώνω, διπλώνω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, διπλώνω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- διπλωματικότητα στα ουκρανικά - такт, дипломатія
- διπλός στα ουκρανικά - подвоїти, подвійний, двійчастий, дупель, подвоювати, двоїстий, петля, ...
- δισεκατομμύριο στα ουκρανικά - більйон, мільярд
- δισκοβολία στα ουκρανικά - диск, метання, кидання, Метание
Τυχαίες λέξεις
Διπλώνω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: кошара, складати, обнімати, створ, загін, пакунка, скласти
Μεταφράσεις: кошара, складати, обнімати, створ, загін, пакунка, скласти