Δολάριο στα ουκρανικά
Μετάφραση: δολάριο, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
долар, багатство
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δολάριο
δολάριο ηπα, δολάριο σήμερα, δολάριο αμερικής σήμερα, δολάριο ευρώ, δολάριο καναδά σε ευρώ, δολάριο λεξικό γλώσσας ουκρανικά, δολάριο στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- δοκιμαστικός στα ουκρανικά - пробний, піддослідний, спробний, суд, суду
- δοκός στα ουκρανικά - промінь, пучок, брус, сяйво, балка, Луч, проміння
- δολιοφθορά στα ουκρανικά - саботаж, саботувати, диверсія
- δολοπλοκία στα ουκρανικά - хитрість, інтригуйте, інтрига
Τυχαίες λέξεις
Δολάριο στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: долар, багатство
Μεταφράσεις: долар, багатство