Δολάριο στα πορτογαλικά
Μετάφραση: δολάριο, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
boneca, dólar, dólares, do dólar, dólar de, de dólar
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δολάριο
δολάριο ηπα, δολάριο σήμερα, δολάριο αμερικής σήμερα, δολάριο ευρώ, δολάριο καναδά σε ευρώ, δολάριο λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, δολάριο στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- δοκιμαστικός στα πορτογαλικά - julgamento, ensaio, experimentação, processo, experimental
- δοκός στα πορτογαλικά - feixe, raio, barrote, briga, trave, madeiro, viga, ...
- δολιοφθορά στα πορτογαλικά - sabotar, sabotagem, sabotagens, a sabotagem, de sabotagem
- δολοπλοκία στα πορτογαλικά - intriga, intrigas, intrigue, maquinações, a intriga
Τυχαίες λέξεις
Δολάριο στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: boneca, dólar, dólares, do dólar, dólar de, de dólar
Μεταφράσεις: boneca, dólar, dólares, do dólar, dólar de, de dólar