Θαυμάζω στα ουκρανικά

Μετάφραση: θαυμάζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
бажати, захопитися, захоплюватись, захопіться, захоплюватися
Θαυμάζω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: θαυμάζω

θαυμάζω αρχικοί χρόνοι, θαυμάζω αρχαία, θαυμάζω συνώνυμα, θαυμάζω στα αγγλικα, ονειροκρίτης θαυμάζω, θαυμάζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, θαυμάζω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • θαρραλέα στα ουκρανικά - сміливо, сміло, змело
  • θαρραλέος στα ουκρανικά - міцний, хоробрий, відважний, кремезний, рельєфний, товстий, мужній, ...
  • θαυμάσιος στα ουκρανικά - чудовий, дивується, чудо, чудове, чудова
  • θαυμασμός στα ουκρανικά - переможений, замилування, вона, захоплення, захват
Τυχαίες λέξεις
Θαυμάζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: бажати, захопитися, захоплюватись, захопіться, захоплюватися