Ιονίζω στα ουκρανικά
Μετάφραση: ιονίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
іонізація, іонізувати, іонізуйте
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιονίζω
ιονίζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ιονίζω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ιμπρεσιονιστής στα ουκρανικά - імпресіоніст, импрессионист
- ιμπρεσιονιστικός στα ουκρανικά - імпресіоніст, импрессионист
- ιππασία στα ουκρανικά - безглуздий, смішний, верхова їзда, їзда верхи, верхівкова їзда, їзда, їзда на конi
- ιππεύω στα ουκρανικά - екран, загадка, дірявити, сито, решето, просівати, рубати, ...
Τυχαίες λέξεις
Ιονίζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: іонізація, іонізувати, іонізуйте
Μεταφράσεις: іонізація, іонізувати, іонізуйте