Λαμποκοπώ στα ουκρανικά
Μετάφραση: λαμποκοπώ, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
відблиск, полум'я, вогонь, полум`я
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λαμποκοπώ
λαμποκοπούν συνώνυμα, λαμποκοπώ λεξικό γλώσσας ουκρανικά, λαμποκοπώ στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- λαμπερά στα ουκρανικά - світло, яскравий, яскраве, найяскравіший, яскрава
- λαμπερός στα ουκρανικά - діамант, мить, мелькання, мерехтіння, блискучий, миготіння, яскравий, ...
- λαμπρά στα ουκρανικά - світло, яскраво
- λαμπρός στα ουκρανικά - величний, яскравий, чудовий, рояль, блискучий
Τυχαίες λέξεις
Λαμποκοπώ στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: відблиск, полум'я, вогонь, полум`я
Μεταφράσεις: відблиск, полум'я, вогонь, полум`я