Νοητός στα ουκρανικά
Μετάφραση: νοητός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
мислимий, мислений
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νοητός
νοητός λύκος, νοητός english, νοητός ήλιος, νοητός αγγλικά, νοητός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, νοητός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- νοίκι στα ουκρανικά - славетний, відомий, оренда, Аренда, прокат, здам
- νοημοσύνη στα ουκρανικά - оболонки, інтелект
- νοθεύω στα ουκρανικά - підробляти, підробити, фальшувати, домісіть, ускладнюємо
- νοιάζομαι στα ουκρανικά - поплутаний, переплутаний, спутаний, догляд, відхід, вихід, те що
Τυχαίες λέξεις
Νοητός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: мислимий, мислений
Μεταφράσεις: мислимий, мислений