Οκνηρία στα ουκρανικά
Μετάφραση: οκνηρία, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
нудьга, ліниво, лінивець, лінюху, ленивец, лінивий
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οκνηρία
κοινωνική οκνηρία, οκνηρία λεξικο, οκνηρία συνώνυμο, οκνηρία συνώνυμα, οκνηρία wiki, οκνηρία λεξικό γλώσσας ουκρανικά, οκνηρία στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- οικόσημο στα ουκρανικά - шлем, шлемо, гребінь, шолом, гребінець, герб
- οινόπνευμα στα ουκρανικά - спирт, алкогольний, алкоголь, дух, подих
- οκνός στα ουκρανικά - недбалий, байдужий, байдужний, безтурботний, праздношатаніе
- ολέθριος στα ουκρανικά - злий, спустошення, зловісний, спустошливий, згубний, лютою, лютій, ...
Τυχαίες λέξεις
Οκνηρία στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: нудьга, ліниво, лінивець, лінюху, ленивец, лінивий
Μεταφράσεις: нудьга, ліниво, лінивець, лінюху, ленивец, лінивий