Οκνηρία στα ουγγρικά
Μετάφραση: οκνηρία, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
unatkozás, lajhár, lustaság, restség, sloth, lajhárt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οκνηρία
κοινωνική οκνηρία, οκνηρία λεξικο, οκνηρία συνώνυμο, οκνηρία συνώνυμα, οκνηρία wiki, οκνηρία λεξικό γλώσσας ουγγρικά, οκνηρία στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- οικόσημο στα ουγγρικά - taraj, címere, címert, címer, címerét, címerével
- οινόπνευμα στα ουγγρικά - alkohol, szellem, szellemében, lélek, szellemét, szelleme
- οκνός στα ουγγρικά - csavargás, bóklászás, ténfergett, lézengés, bóklászást
- ολέθριος στα ουγγρικά - baljóslatú, ártalmas, káros, vészes, veszedelmes, perniciosa
Τυχαίες λέξεις
Οκνηρία στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: unatkozás, lajhár, lustaság, restség, sloth, lajhárt
Μεταφράσεις: unatkozás, lajhár, lustaság, restség, sloth, lajhárt