Συσσωμάτωμα στα ουκρανικά
Μετάφραση: συσσωμάτωμα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
збиратися, зібрати, збирати, агрегат, сукупність, сукупний, сукупного
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συσσωμάτωμα
συσσωμάτωμα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, συσσωμάτωμα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- συσκευαστής στα ουκρανικά - заготівник, шулер, пакувальник, упаковщик, пакувальни
- συσπειρώνω στα ουκρανικά - котушка, катушка, котушки
- συσσωματώνω στα ουκρανικά - уособлювати, зображати, втільте, об'єднувати, втілювати, утілювати, втілюватиме, ...
- συσσωρεύω στα ουκρανικά - збиратися, складувати, накопичувати, купчити, купа, куча
Τυχαίες λέξεις
Συσσωμάτωμα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: збиратися, зібрати, збирати, агрегат, сукупність, сукупний, сукупного
Μεταφράσεις: збиратися, зібрати, збирати, агрегат, сукупність, сукупний, сукупного