Αταραξία στα πολωνικά
Μετάφραση: αταραξία, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
spokój, opanowanie, kwietyzm
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αταραξία
αταραξία перевод, αταραξία ορισμός, αταραξία significato, στωική αταραξία, αταραξία της ψυχής, αταραξία λεξικό γλώσσας πολωνικά, αταραξία στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- αταβιστικός στα πολωνικά - atawistyczny, atawistyczne, atawistycznym, atawistycznej
- αταξία στα πολωνικά - roztrzepać, dolegliwość, rozstrój, bałagan, nieład, rozwichrzyć, choroba, ...
- ατελιέ στα πολωνικά - warsztat, manufaktura, zakład, pracownia, hala, studio, studyjny, ...
- ατενίζω στα πολωνικά - gapić, wpatrywać, przyglądać, wzrok, wytrzeszczać, patrzeć, spoglądanie, ...
Τυχαίες λέξεις
Αταραξία στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: spokój, opanowanie, kwietyzm
Μεταφράσεις: spokój, opanowanie, kwietyzm