Διακοπές στα πολωνικά
Μετάφραση: διακοπές, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wakacje, ferie, święto, choroba, wczasy, wakacje w, urlop, wakacji
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διακοπές
διακοπές με παιδιά, διακοπές στην κωνσταντινούπολη, διακοπές στη ρώμη, διακοπές πάσχα, διακοπές 2014, διακοπές λεξικό γλώσσας πολωνικά, διακοπές στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- διακηρύσσω στα πολωνικά - spowiadać, wyznawać, przyznawać, wyznać, wyspowiadać, przyznać, kajać, ...
- διακλάδωση στα πολωνικά - rozwidlenie, oddział, gałąź, filia, odgałęzienie, gałęzi
- διακοπή στα πολωνικά - wstrzymywanie, pauzować, przerywać, przerwanie, wstrzymać, przerwa, przerywanie, ...
- διακοσμώ στα πολωνικά - malować, przyozdobić, udekorować, dekorować, odnowić, ozdobić, ozdabiać, ...
Τυχαίες λέξεις
Διακοπές στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: wakacje, ferie, święto, choroba, wczasy, wakacje w, urlop, wakacji
Μεταφράσεις: wakacje, ferie, święto, choroba, wczasy, wakacje w, urlop, wakacji