Διακοπές στα πορτογαλικά
Μετάφραση: διακοπές, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
féria, férias, furo, desocupar, feriado, feriados, Holidays, férias em, as férias
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διακοπές
διακοπές με παιδιά, διακοπές στην κωνσταντινούπολη, διακοπές στη ρώμη, διακοπές πάσχα, διακοπές 2014, διακοπές λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, διακοπές στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- διακηρύσσω στα πορτογαλικά - reconhecer, confessar, professar, labareda, chama, incêndio, chamas, ...
- διακλάδωση στα πορτογαλικά - ramo, filial, galho, ramificação, sucursal
- διακοπή στα πορτογαλικά - pausar, pausa, padrão, suspensão, espera, interrupção, interrupções, ...
- διακοσμώ στα πορτογαλικά - adornar, enfeitar, ornamentar, decore, condecorar, ornar, decorar, ...
Τυχαίες λέξεις
Διακοπές στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: féria, férias, furo, desocupar, feriado, feriados, Holidays, férias em, as férias
Μεταφράσεις: féria, férias, furo, desocupar, feriado, feriados, Holidays, férias em, as férias