Ελλιπής στα πολωνικά
Μετάφραση: ελλιπής, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
oporny, niepełny, wadliwy, brakujący, niekompletny, krótki, krótko, krótkiego, krótkie, krótkim
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ελλιπής
ελλιπής φοίτηση στο δημοτικό, ελλιπής φοίτηση, ελλιπής συνώνυμο, ελλιπής συνώνυμα, ελλιπής ή ελλειπής, ελλιπής λεξικό γλώσσας πολωνικά, ελλιπής στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- ελκυστικός στα πολωνικά - ponętny, powabny, atrakcyjny, apetyczny, dogodny, pociągający, atrakcyjne, ...
- ελλειπτικός στα πολωνικά - defektowy, niepełnowartościowy, wadliwie, wadliwy, ułomny, eliptyczny, eliptyczne, ...
- ελπίδα στα πολωνικά - spodziewać, nadzieja, mieć nadzieję, nadzieję
- ελπίζω στα πολωνικά - nadzieja, spodziewać, mieć nadzieję, nadzieję
Τυχαίες λέξεις
Ελλιπής στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: oporny, niepełny, wadliwy, brakujący, niekompletny, krótki, krótko, krótkiego, krótkie, krótkim
Μεταφράσεις: oporny, niepełny, wadliwy, brakujący, niekompletny, krótki, krótko, krótkiego, krótkie, krótkim