Καράτι στα πολωνικά

Μετάφραση: καράτι, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
karat, karatowego, carat, karatowym, karatach
Καράτι στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καράτι

καράτι (καθαρότητα), καράτι γραμμάρια, 1 καράτι, καράτι χρυσού, καράτι διαμάντι, καράτι λεξικό γλώσσας πολωνικά, καράτι στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • καπό στα πολωνικά - osłona, maska, czepek, nakładka, czapka, pokrywa, kaptur, ...
  • καράτε στα πολωνικά - karate, w karate
  • καράφα στα πολωνικά - odstojnik, karafka, dekanter, carafe, dzbanek, karafki, karafkę
  • καρέ στα πολωνικά - badać, zameldowanie, zmitygować, kontrola, sprawdzanie, próba, sprawdzian, ...
Τυχαίες λέξεις
Καράτι στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: karat, karatowego, carat, karatowym, karatach