Μαθηματικά στα πολωνικά

Μετάφραση: μαθηματικά, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
arytmetyczny, arytmetyka, matematyka, rachunkowy, matematyki, matematykę, Mathematics, matematyce
Μαθηματικά στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μαθηματικά

μαθηματικά στ δημοτικού, μαθηματικά γ δημοτικού, μαθηματικά ε δημοτικού, μαθηματικά κατεύθυνσης γ λυκείου, μαθηματικά γ γυμν, μαθηματικά λεξικό γλώσσας πολωνικά, μαθηματικά στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • μαζικός στα πολωνικά - wiec, msza, koncentrować, gromadzić, masa, zlepek, mnóstwo, ...
  • μαθήτρια στα πολωνικά - źrenica, uczeń, uczennica, schoolgirl, uczennicy, uczennicą
  • μαθηματικός στα πολωνικά - matematyka, matematyk, matematykiem
  • μαθητής στα πολωνικά - uczeń, wyznawca, źrenica, uczący się, uczący, ucznia, ucząca
Τυχαίες λέξεις
Μαθηματικά στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: arytmetyczny, arytmetyka, matematyka, rachunkowy, matematyki, matematykę, Mathematics, matematyce