Μαλώνω στα πολωνικά
Μετάφραση: μαλώνω, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
besztać, karcić, zbesztać, sprać, nacierać uszu
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μαλώνω
μαλώνω το παιδί, μαλώνω συνώνυμα, ονειρα μαλώνω, μαλώνω francais, μαλώνω ονειροκριτης, μαλώνω λεξικό γλώσσας πολωνικά, μαλώνω στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- μαλλιά στα πολωνικά - włos, włosy, sierść, owłosienie, szczotka, włosie, włosów, ...
- μαλλιαρός στα πολωνικά - wełnisty, mętny, włosisty, kosmaty, kędzierzawy, włochaty, kudłaty, ...
- μαμά στα πολωνικά - mama, mamunia, niemy, cichy, mumia, mamusia, mum, ...
- μαμούδι στα πολωνικά - gryźć, błąd, robak, wkurzać, elektron, podsłuch, pluskwa, ...
Τυχαίες λέξεις
Μαλώνω στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: besztać, karcić, zbesztać, sprać, nacierać uszu
Μεταφράσεις: besztać, karcić, zbesztać, sprać, nacierać uszu