Μερικοί στα πολωνικά

Μετάφραση: μερικοί, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
część, jakiś, trochę, około, kilka
Μερικοί στα πολωνικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μερικοί

μερικοί άνθρωποι δεν θα έπρεπε να γίνονται γονείς, μερικοί το προτιμούν καυτό, μερικοί το προτιμούν ηλεκτρονικό, μερικοί άνθρωποι είναι γραφτό να είναι μαζί, μερικοί το προτιμούν ηλεκτρονικό (1986), μερικοί λεξικό γλώσσας πολωνικά, μερικοί στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • μεραρχία στα πολωνικά - dzielenie, podział, działka, rozdzielenie, oddział, sekcja, przedział, ...
  • μεριά στα πολωνικά - rewers, bok, brzeg, strona, boczek, oblicze, pobocze, ...
  • μερικός στα πολωνικά - przychylny, cząstkowy, stronniczy, częściowy, częściowe, częściowego, częściowo, ...
  • μερικώς στα πολωνικά - poniekąd, częściowo, części, w części, po części, częściowa
Τυχαίες λέξεις
Μερικοί στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: część, jakiś, trochę, około, kilka