Ρητό στα πολωνικά
Μετάφραση: ρητό, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
przysłowie, maksyma, powiedzenie, mówiąc, mówią, mówi
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρητό
ρητό για την υγεία, ρητό υγεία, ρητό της ημέρας, ρητό του κοέλιο, ρητό αγάπης, ρητό λεξικό γλώσσας πολωνικά, ρητό στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- ρημάζω στα πολωνικά - zniszczyć, dewastować, zniszczenie, rabunek, pustoszenie, spustoszenie, dewastacja, ...
- ρητά στα πολωνικά - wyraźnie, jawnie, jednoznacznie, wprost, wyraźny
- ρητός στα πολωνικά - jasny, jawny, wyraźny, wyraźne, wyraźnie, wyraźny po, wyraźnej
- ρητώς στα πολωνικά - wyraźnie, kategorycznie, wyraźny, sposób wyraźny, jednoznacznie, wprost
Τυχαίες λέξεις
Ρητό στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: przysłowie, maksyma, powiedzenie, mówiąc, mówią, mówi
Μεταφράσεις: przysłowie, maksyma, powiedzenie, mówiąc, mówią, mówi