Ρητό στα τούρκικα
Μετάφραση: ρητό, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
söz, söyleyerek, diyerek, söylüyor, söyleyen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρητό
ρητό για την υγεία, ρητό υγεία, ρητό της ημέρας, ρητό του κοέλιο, ρητό αγάπης, ρητό λεξικό γλώσσας τούρκικα, ρητό στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ρημάζω στα τούρκικα - tahrip, yıkım, ravage, kırıp, yıkmak
- ρητά στα τούρκικα - açıkça, açık, açık bir, açık olarak, açık bir şekilde
- ρητός στα τούρκικα - açık, açık bir, açıkça, kesin, belirgin
- ρητώς στα τούρκικα - açıkça, açık, açık bir, kesinlikle
Τυχαίες λέξεις
Ρητό στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: söz, söyleyerek, diyerek, söylüyor, söyleyen
Μεταφράσεις: söz, söyleyerek, diyerek, söylüyor, söyleyen