Σκαλωσιά στα πολωνικά

Μετάφραση: σκαλωσιά, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
rusztowanie, szafot, estrada, szkielet, rusztowania, rusztowań, Scaffolding, rusztowania budowlane
Σκαλωσιά στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σκαλωσιά

σκαλωσιά vygotsky, σκαλωσιά κόστος, σκαλωσιά ενοικίαση, σκαλωσιά μπαλκονιού, σκαλωσιά μάθησης, σκαλωσιά λεξικό γλώσσας πολωνικά, σκαλωσιά στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • σκαλίζω στα πολωνικά - gracować, uprawiać, dzielić, motyka, wyrzynać, spulchnić, kultywować, ...
  • σκαλιστήρι στα πολωνικά - pogrzebacz, poker, rydel, rydelek, Spud
  • σκαμνί στα πολωνικά - klęcznik, zydel, stolec, taboret, stołek, kał, stool
  • σκαμπό στα πολωνικά - taboret, stołek, klęcznik, kał, zydel, stolec, taborety, ...
Τυχαίες λέξεις
Σκαλωσιά στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: rusztowanie, szafot, estrada, szkielet, rusztowania, rusztowań, Scaffolding, rusztowania budowlane