Σκόρος στα πολωνικά
Μετάφραση: σκόρος, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ćma, mól, moth, ćmy, mole
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκόρος
σκόρος τροφίμων, σκόρος ξύλου, σκόρος ρούχων αντιμετωπιση, σκόρος ρούχων, σκόρος εξάρχεια, σκόρος λεξικό γλώσσας πολωνικά, σκόρος στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- σκόπιμος στα πολωνικά - rozmyślny, wygodny, celowy, stosowny, zabieg, korzystny, celowe, ...
- σκόρδο στα πολωνικά - czosnek, czosnku, garlic, czosnkiem, czosnkowym
- σκύβω στα πολωνικά - zgarbić, zakrzywienie, wyginać, pochył, zakręt, skręcać, giąć, ...
- σκύλα στα πολωνικά - wydra, suczka, suka, kobieta, dziwka, suką, suko
Τυχαίες λέξεις
Σκόρος στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: ćma, mól, moth, ćmy, mole
Μεταφράσεις: ćma, mól, moth, ćmy, mole