Σκόρος στα τούρκικα
Μετάφραση: σκόρος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
güve, güvesi, moth, kelebek, kurt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκόρος
σκόρος τροφίμων, σκόρος ξύλου, σκόρος ρούχων αντιμετωπιση, σκόρος ρούχων, σκόρος εξάρχεια, σκόρος λεξικό γλώσσας τούρκικα, σκόρος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- σκόπιμος στα τούρκικα - çare, maksatlı, amaçlı, amaca, amaca yönelik
- σκόρδο στα τούρκικα - sarımsak, sarmısak, sarımsaklı, garlic
- σκύβω στα τούρκικα - viraj, bükmek, ördek, kavis, kıvrım, tenezzül, hızla alçalıp avına vurmak, ...
- σκύλα στα τούρκικα - orospu, kaltak, sürtük, fahişe, cadı
Τυχαίες λέξεις
Σκόρος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: güve, güvesi, moth, kelebek, kurt
Μεταφράσεις: güve, güvesi, moth, kelebek, kurt