Συνταιριάζω στα πολωνικά

Μετάφραση: συνταιριάζω, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
para, mecz, zapałka, ożenek, partia, małżeństwo, lont, dopasowanie, dobór, pasować, wpasować, zmieścić się w, pasują, mieści się w
Συνταιριάζω στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνταιριάζω

συνταιριάζω συνώνυμα, συνταιριάζω λεξικό, συνταιριάζω συνώνυμο, συνταιριάζω λεξικό γλώσσας πολωνικά, συνταιριάζω στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • συνταγματάρχης στα πολωνικά - pułkownik, Colonel, pułkownikiem, pułkownika, Pułkowniku
  • συνταγματικός στα πολωνικά - ustrojowy, konstytucyjny, konstytucyjna, konstytucyjne, konstytucyjnego, konstytucyjną
  • συνταξιούχος στα πολωνικά - rencista, emeryt, emerytowany, emeryturze, na emeryturze, emeryturę, na emeryturę
  • συνταρακτικός στα πολωνικά - mieszanie, wstrząsający, oburzający, szokujące, szokująca, szokujący
Τυχαίες λέξεις
Συνταιριάζω στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: para, mecz, zapałka, ożenek, partia, małżeństwo, lont, dopasowanie, dobór, pasować, wpasować, zmieścić się w, pasują, mieści się w