Αρπάζομαι στα πορτογαλικά
Μετάφραση: αρπάζομαι, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
snapper, pargo, caranga, luciano, anchova
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρπάζομαι
αρπάζομαι λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αρπάζομαι στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- αρνητικά στα πορτογαλικά - negativo, negativa, negativos, negativas, negativamente
- αρουραίος στα πορτογαλικά - animal, rato, ratazana, framboesa, de rato, ratos, rat
- αρπάζω στα πορτογαλικά - prende dor, aprisionar, serpente, captura, tomar, pegar, prisão, ...
- αρπαγή στα πορτογαλικά - apreensão, convulsão, confisco, captura, a apreensão
Τυχαίες λέξεις
Αρπάζομαι στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: snapper, pargo, caranga, luciano, anchova
Μεταφράσεις: snapper, pargo, caranga, luciano, anchova