Αρχάριος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: αρχάριος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
novato, noviço, principiante, iniciante, novatos
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρχάριος
αρχάριος ζωγράφος, αρχάριος σκι, αρχάριος συνώνυμα, ψαροντούφεκο αρχάριοσ, αρχάριος μελισσοκόμος, αρχάριος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αρχάριος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- αρτηριακός στα πορτογαλικά - arterial, arteriais, arterial de, artéria
- αρχάγγελος στα πορτογαλικά - arcanjo, Archangel, o Arcanjo, do arcanjo
- αρχέγονος στα πορτογαλικά - primitivo, preliminar, primitiva, primitivos, primitivas
- αρχή στα πορτογαλικά - iniciar, origem, abalar, crise, partir, princesa, olhar, ...
Τυχαίες λέξεις
Αρχάριος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: novato, noviço, principiante, iniciante, novatos
Μεταφράσεις: novato, noviço, principiante, iniciante, novatos