Αρχάριος στα ουκρανικά

Μετάφραση: αρχάριος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
початкуючий, новак, початківець, отой, починаючий, новачок, новичок
Αρχάριος στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αρχάριος

αρχάριος ζωγράφος, αρχάριος σκι, αρχάριος συνώνυμα, ψαροντούφεκο αρχάριοσ, αρχάριος μελισσοκόμος, αρχάριος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αρχάριος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • αρτηριακός στα ουκρανικά - артеріальне, магістральний, артеріальний, артеріальна
  • αρχάγγελος στα ουκρανικά - архангел, ангел, Архангол, Архангела, сам Архангол
  • αρχέγονος στα ουκρανικά - зарядка, ґрунтовка, заливка, заливання, примітивний, найпримітивніший, примітивна
  • αρχή στα ουκρανικά - почало, походження, джерело, напад, відправлення, починатися, жолобити, ...
Τυχαίες λέξεις
Αρχάριος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: початкуючий, новак, початківець, отой, починаючий, новачок, новичок