Διακύμανση στα πορτογαλικά

Μετάφραση: διακύμανση, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
flutuação, variação, de flutuação, flutuações, oscilação
Διακύμανση στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διακύμανση

διακύμανση επιτοκίων, διακύμανση συνώνυμο, διακύμανση κατανομής, διακύμανση english, διακύμανση στο excel, διακύμανση λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, διακύμανση στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • διακόπτω στα πορτογαλικά - interrupção, interrogar, suspensão, espera, pausar, interromper, pausa, ...
  • διακόρευση στα πορτογαλικά - diakorefsi
  • διαλέγω στα πορτογαλικά - nomear, raramente, escolher, eleger, designar, apurar, optar, ...
  • διαλαλώ στα πορτογαλικά - proclame, procissão, proclamar, apregoar, retumbar, blare, clangor, ...
Τυχαίες λέξεις
Διακύμανση στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: flutuação, variação, de flutuação, flutuações, oscilação