Εκπληκτικός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: εκπληκτικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
surpreendente, surpreender, surpreende, surpreendentes, de surpreender
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκπληκτικός
εκπληκτικός βικιλεξικο, εκπληκτικός... καταρράκτης στη θάλασσα, εκπληκτικός συνώνυμα, εκπληκτικός μικρούλης μόλις 16 μηνών χορεύει gangnam style, εκπληκτικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, εκπληκτικός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- εκπλήσσω στα πορτογαλικά - atordoar, espantar, abismar, espante, pasmar, estontear, admirar, ...
- εκπληκτικά στα πορτογαλικά - surpreendentemente, surpreendente, surprisingly, surpresa, surpreender
- εκπληρώνω στα πορτογαλικά - cumprir, cumpriu, realizar, cumprir as, preenchem
- εκποιώ στα πορτογαλικά - ceder, comerciar, mesma, mesmo, vender, vendem, venda, ...
Τυχαίες λέξεις
Εκπληκτικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: surpreendente, surpreender, surpreende, surpreendentes, de surpreender
Μεταφράσεις: surpreendente, surpreender, surpreende, surpreendentes, de surpreender