Εκπληκτικός στα ολλανδικά

Μετάφραση: εκπληκτικός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
verbazingwekkend, bevreemdend, fenomenaal, verbluffend, verwonderlijk, verrassend, verrassende, vreemd
Εκπληκτικός στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκπληκτικός

εκπληκτικός βικιλεξικο, εκπληκτικός... καταρράκτης στη θάλασσα, εκπληκτικός συνώνυμα, εκπληκτικός μικρούλης μόλις 16 μηνών χορεύει gangnam style, εκπληκτικός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, εκπληκτικός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • εκπλήσσω στα ολλανδικά - verwonderen, verbazen, bevreemden, verrassing, verrassen, verbazing, verrast, ...
  • εκπληκτικά στα ολλανδικά - verrassend, verrassenderwijs, verbazingwekkend, verrassende, verrassend genoeg
  • εκπληρώνω στα ολλανδικά - vervullen, volbrengen, voldoen, voldoen aan, te vervullen
  • εκποιώ στα ολλανδικά - verkopen, wegdoen, vervreemden, verhandelen, tappen, overdoen, de bezittingen verkopen
Τυχαίες λέξεις
Εκπληκτικός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: verbazingwekkend, bevreemdend, fenomenaal, verbluffend, verwonderlijk, verrassend, verrassende, vreemd