Εξάλειψη στα πορτογαλικά

Μετάφραση: εξάλειψη, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
mudança, removível, eliminação, de eliminação, a eliminação, supressão, eliminação do
Εξάλειψη στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξάλειψη

εξάλειψη προσημείωσης υποθήκης δικαιολογητικά, εξάλειψη προσημείωσης υποθήκης από διαταγή πληρωμής, εξάλειψη αξιοποίνου, εξάλειψη αξιοποίνου 2013, εξάλειψη προσημείωσης υποθήκης, εξάλειψη λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, εξάλειψη στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • ενώνω στα πορτογαλικά - unificar, joanesburgo, amarrar, ligar, juntar, enlaçar, reunir, ...
  • εξάγω στα πορτογαλικά - explosão, exportação, exportar, inferir, deduzir, induzir, educe, ...
  • εξάμηνο στα πορτογαλικά - semestre, meio ano, semestral, semestre do ano
  • εξάνθημα στα πορτογαλικά - erupção cutânea, erupção, rash, exantema, erupções
Τυχαίες λέξεις
Εξάλειψη στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: mudança, removível, eliminação, de eliminação, a eliminação, supressão, eliminação do