Επίσημος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: επίσημος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
funcionário, oficial, formal, formal de, formais
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επίσημος
επίσημος συνώνυμα, επίσημος παραλήπτης, επίσημος πληθωρισμός 2012, επίσημοσ εφημερίσ τησ κρητικήσ πολιτείασ, επίσημος αντιπρόσωπος apple, επίσημος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, επίσημος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- επίρρημα στα πορτογαλικά - advérbio
- επίσημα στα πορτογαλικά - oficialmente, oficial
- επίσης στα πορτογαλικά - mais, demasiado, demasiadamente, ainda, outrossim, idem, demais, ...
- επίσκεψη στα πορτογαλικά - visita, viajar, visitar, ver, visão, frequentar, visita de, ...
Τυχαίες λέξεις
Επίσημος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: funcionário, oficial, formal, formal de, formais
Μεταφράσεις: funcionário, oficial, formal, formal de, formais