Επίσημος στα σουηδικά
Μετάφραση: επίσημος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
officiell, tjänsteman, formell, formella, formellt, en formell
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επίσημος
επίσημος συνώνυμα, επίσημος παραλήπτης, επίσημος πληθωρισμός 2012, επίσημοσ εφημερίσ τησ κρητικήσ πολιτείασ, επίσημος αντιπρόσωπος apple, επίσημος λεξικό γλώσσας σουηδικά, επίσημος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- επίρρημα στα σουηδικά - adverb, adverbet
- επίσημα στα σουηδικά - officiellt, är officiellt, som officiellt, officiella, officiell
- επίσης στα σουηδικά - också, vidare, även, alltför, också på, dessutom
- επίσκεψη στα σουηδικά - visit, besöka, besök, besöket, besök i
Τυχαίες λέξεις
Επίσημος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: officiell, tjänsteman, formell, formella, formellt, en formell
Μεταφράσεις: officiell, tjänsteman, formell, formella, formellt, en formell