Καταστρέφω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: καταστρέφω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
subverter, destruir, destinar, destrua, demolir, desflorar, deflorar, deflower, deflorá, desvirginar
Καταστρέφω στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καταστρέφω

καταστρέφω συνώνυμα, καταστρέφω στα γαλλικά, καταστρέφω στα αγγλικά, καταστρέφω αρχαία, καταστρέφω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, καταστρέφω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • καταστατικό στα πορτογαλικά - estatutos, artigos de associação, dos estatutos, contrato de sociedade, estatutárias
  • καταστολή στα πορτογαλικά - repressão, a repressão, de repressão, da repressão, recalque
  • καταστρεπτικός στα πορτογαλικά - destrutivo, destrutiva, destrutivos, destrutivas, destruidor
  • καταστροφή στα πορτογαλικά - destruir, tragédia, catástrofes, catástrofe, destruição, destrua, a destruição, ...
Τυχαίες λέξεις
Καταστρέφω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: subverter, destruir, destinar, destrua, demolir, desflorar, deflorar, deflower, deflorá, desvirginar