Κρησαρίζω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: κρησαρίζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
filtro, filmar, filtrar, película, filtros, krisarizo
Κρησαρίζω στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κρησαρίζω

κρησαρίζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κρησαρίζω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • κρεοπώλης στα πορτογαλικά - massacrar, açougueiro, carniceiro, Butcher, açougue, talho
  • κρεπ στα πορτογαλικά - crepe, renda, de crepe, crepe de, crepom
  • κρησφύγετο στα πορτογαλικά - retraçar, remontar, recuo, esconderijo, hideout, refúgio, o esconderijo, ...
  • κριάρι στα πορτογαλικά - ram, carneiro, memória RAM, de RAM, êmbolo
Τυχαίες λέξεις
Κρησαρίζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: filtro, filmar, filtrar, película, filtros, krisarizo