Μονός στα πορτογαλικά

Μετάφραση: μονός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
bizarro, esquisito, só, desemprego, único, excêntrico, um, barroco, impar, uma, estranho, polvo, simples, única, solteiro
Μονός στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μονός

μονός αριθμός τριαντάφυλλων, μονός δισκοβραχίονας, μονός κόμπος γραβάτας, μονός διακορευτής, μονός αριθμός, μονός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, μονός στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • μοντέρνος στα πορτογαλικά - hodierno, moderado, moderno, moderar, moderna, modernos, modernas
  • μονόκλινος στα πορτογαλικά - um, simples, impar, único, uma, só, única, ...
  • μονότονος στα πορτογαλικά - monótono, monótona, monotonous, monótonas, monótonos
  • μορφάζω στα πορτογαλικά - careta, grimace, a careta, esgar, trejeito
Τυχαίες λέξεις
Μονός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: bizarro, esquisito, só, desemprego, único, excêntrico, um, barroco, impar, uma, estranho, polvo, simples, única, solteiro