Νόρμα στα πορτογαλικά

Μετάφραση: νόρμα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
normas, meio-dia, norma, regra, normal, norma de
Νόρμα στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νόρμα

νόρμα ορισμός, νόρμα πίνακα, νόρμα υπόθεση, νόρμα μπελίνι υπόθεση, νόρμα όπερα, νόρμα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, νόρμα στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • νόμισμα στα πορτογαλικά - moeda, de moeda, moeda corrente, currency, moeda de
  • νόμος στα πορτογαλικά - lei, polícia, loureiro, jurisprudência, direito, legislação, o direito, ...
  • νόσος στα πορτογαλικά - desdenhar, doenças, doença, desprezar, da doença, doença de, a doença
  • νόστιμος στα πορτογαλικά - delicioso, maravilhoso, delicado, gostoso, toothsome, saboroso, agradável ao paladar
Τυχαίες λέξεις
Νόρμα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: normas, meio-dia, norma, regra, normal, norma de