Ονειρεύομαι στα πορτογαλικά

Μετάφραση: ονειρεύομαι, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
devaneio, sonhar, fantasiar, terrível, devanear, ambição, sonho, sonha, sonham, dream
Ονειρεύομαι στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ονειρεύομαι

ονειρεύομαι μια μέρα μια επανάσταση που το δίκιο θ'αναλάβει την κατάσταση, ονειρεύομαι ματιαμπα, ονειρεύομαι στίχοι, ονειρεύομαι ματιαμπα στιχοι, ονειρεύομαι σαν τον καραγκιόζη, ονειρεύομαι λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ονειρεύομαι στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • ομόφωνος στα πορτογαλικά - unânime, árbitro, unânimes, por unanimidade, unanimidade, unanimemente
  • ονειδίζω στα πορτογαλικά - repreender, zombar, twit, idiota, o twit
  • ονειροπόληση στα πορτογαλικά - devaneio, daydream, sonho, sonhar, sonhar acordado
  • ονομάζω στα πορτογαλικά - chamar, nome, despido, intitular, nu, denominar, chamada, ...
Τυχαίες λέξεις
Ονειρεύομαι στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: devaneio, sonhar, fantasiar, terrível, devanear, ambição, sonho, sonha, sonham, dream