Παζαρεύω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: παζαρεύω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
negócio, pechinchar, negociar, Dicker, barganhar, regatear
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παζαρεύω
παζαρεύω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, παζαρεύω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- παγώνω στα πορτογαλικά - frio, geada, liberdade, congelação, gelar, parada, congelar, ...
- παζάρι στα πορτογαλικά - bazar, Bazaar, bazar de, quermesse
- παθαίνω στα πορτογαλικά - aguentar, suportar, subitamente, tolerar, sofrer, sofra, padecer, ...
- παθητικά στα πορτογαλικά - passiva, passivo, passivos, passivas, passive
Τυχαίες λέξεις
Παζαρεύω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: negócio, pechinchar, negociar, Dicker, barganhar, regatear
Μεταφράσεις: negócio, pechinchar, negociar, Dicker, barganhar, regatear