Παλλόμενος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: παλλόμενος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
pulsante, pulsando, pulsar, pulsação, pulsátil
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παλλόμενος
παλλόμενος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, παλλόμενος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- παλικαρισμός στα πορτογαλικά - assédio moral, o bullying, o assédio moral, intimidação, tiranizar
- παλιμβουλία στα πορτογαλικά - tergiversator
- παλμός στα πορτογαλικά - pulse, pulso, pulsar, palpitação, latejar, palpitar, throb
- παλούκι στα πορτογαλικά - venenoso, pólo, vara, poste, polaco, mourão, estaca, ...
Τυχαίες λέξεις
Παλλόμενος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: pulsante, pulsando, pulsar, pulsação, pulsátil
Μεταφράσεις: pulsante, pulsando, pulsar, pulsação, pulsátil