Πλαγιά στα πορτογαλικά

Μετάφραση: πλαγιά, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
declives, rampa, vertente, inclinação, encosta, ladeira, declive, talude
Πλαγιά στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πλαγιά

πλαγιά αιτωλοακαρνανίας, πλαγιά του βουνού, πλαγιά ορισμος, πλαγιά λεξικό, παλιά πλαγιά, πλαγιά λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πλαγιά στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • πλήττω στα πορτογαλικά - perfurar, aborrecer, furar, brocar, furo, enfadar, entediar, ...
  • πλαίσιο στα πορτογαλικά - esqueleto, moldura, quadro, caixilho, perfumado, estrutura, armação, ...
  • πλαδαρός στα πορτογαλικά - flácido, flácida, flabby, flácidos, frouxo
  • πλαισίωση στα πορτογαλικά - ambiente, meio, moldura, acercar, caixilho, cerque, circundar, ...
Τυχαίες λέξεις
Πλαγιά στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: declives, rampa, vertente, inclinação, encosta, ladeira, declive, talude