Προσεγμένος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: προσεγμένος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
oitenta, elaborar, observava, assisti, assistiu, observou, assistiram
Προσεγμένος στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προσεγμένος

προσηλωμένος συνώνυμο, προσεγμένος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, προσεγμένος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • προσδοκώ στα πορτογαλικά - aguardar, espere, expatriar, esperar, espera, esperam, esperamos
  • προσεγγίζω στα πορτογαλικά - chegar, abordar, aproximar, acercar, aproximação, achegar, abeirar, ...
  • προσεκτικά στα πορτογαλικά - cuidadosamente, com cuidado, cuidado, atentamente, com atenção
  • προσεκτικός στα πορτογαλικά - atento, prudente, cuidadoso, atencioso, cuidado, cuidadosa, cuidadosos, ...
Τυχαίες λέξεις
Προσεγμένος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: oitenta, elaborar, observava, assisti, assistiu, observou, assistiram