Συγχέω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: συγχέω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
Confuso, snafu, snafu de, situação confusa
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συγχέω
συγχέω ουσιαστικό, συγχέω συνώνυμο, συγχέω ετυμολογία, συγχέω τι σημαινει, συγχέω συνωνυμο, συγχέω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, συγχέω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- συγυρίζω στα πορτογαλικά - maré, arrumado, arrumados, arrumar, arrumadeira, arrumados discado
- συγυρισμένος στα πορτογαλικά - maré, arrumado, puro, limpo, esmerado, elegante
- συγχαίρω στα πορτογαλικά - felicitar, felicite, parabéns, felicitações, Parabéns pela, congratulações, Congratulations
- συγχορδία στα πορτογαλικά - acorde, corda, acordes, de acordes, acorde de
Τυχαίες λέξεις
Συγχέω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: Confuso, snafu, snafu de, situação confusa
Μεταφράσεις: Confuso, snafu, snafu de, situação confusa