Υπερασπίζω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: υπερασπίζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
defender, resguardar, defenda, defesa, proteger, defender a, defendê, defender os, defender o
Υπερασπίζω στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υπερασπίζω

υπερασπίζω συνώνυμα, υπερασπίζω ή υπερασπίζομαι, υπερασπίζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, υπερασπίζω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • υπερακοντίζω στα πορτογαλικά - suplantar, sobrenome, exceder, superar, extrapolar, passar, superação, ...
  • υπερασπίζομαι στα πορτογαλικά - defesa, defender, proteger, defenda, resguardar, campeão, campeão do, ...
  • υπερασπιστής στα πορτογαλικά - campeão, advogado, campeão do, campeã, campeão de, campeão dos
  • υπερατλαντικός στα πορτογαλικά - transatlântico, transatlântica, transatlânticas, transatlânticos, transatlântico de
Τυχαίες λέξεις
Υπερασπίζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: defender, resguardar, defenda, defesa, proteger, defender a, defendê, defender os, defender o