Υπερασπίζω στα ουκρανικά
Μετάφραση: υπερασπίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
захищати, захистити, захищатися, відстояти, захищатиме, захищатимуть, боронити
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπερασπίζω
υπερασπίζω συνώνυμα, υπερασπίζω ή υπερασπίζομαι, υπερασπίζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, υπερασπίζω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- υπερακοντίζω στα ουκρανικά - переганяти, видаватися, виділятись, перевищувати, видаватись, перевершувати, переважте, ...
- υπερασπίζομαι στα ουκρανικά - захищати, захистити, захищатися, відстояти, чемпіон
- υπερασπιστής στα ουκρανικά - чемпіон, пропагувати, захисник, захищати, прибічник, адвокат
- υπερατλαντικός στα ουκρανικά - американський, трансатлантичний, американець, трансатлантичного, трансатлантичну, трансатлантична
Τυχαίες λέξεις
Υπερασπίζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: захищати, захистити, захищатися, відстояти, захищатиме, захищатимуть, боронити
Μεταφράσεις: захищати, захистити, захищатися, відстояти, захищатиме, захищатимуть, боронити