Ύπουλος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: ύπουλος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ardiloso, astuto, enviesado, ladino, oblíqua, malicioso, calúnia, catty, maliciosa, catty a
Ύπουλος στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ύπουλος

συνώνυμο ύπουλος, ύπουλος φίλος, ύπουλος συνώνυμα, ύπουλος αγγλικα, ύπουλος άνθρωπος, ύπουλος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ύπουλος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • ύπνωση στα πορτογαλικά - hipnose, a hipnose, hypnosis, de hipnose, da hipnose
  • ύποπτος στα πορτογαλικά - desconfiado, suspeito, suspeita, suspeitos, suspeitas, suspeitar
  • ύστατος στα πορτογαλικά - final, derradeiro, último, última, definitiva
  • ύφαλος στα πορτογαλικά - relançar, recifes, escolho, recife, reef, recife de, do recife
Τυχαίες λέξεις
Ύπουλος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: ardiloso, astuto, enviesado, ladino, oblíqua, malicioso, calúnia, catty, maliciosa, catty a